Στο σημείο που βρισκόταν το σπίτι του Ούγου Φώσκολου, επί της οδού Φωσκόλου, ο νομάρχης Ανδρέας Ιωάννου, τοποθέτησε το μαρμάρινο γλυπτό, που υπήρχε στον τάφο της οικογένειας Διονυσίου Στουπάθη. O Διονύσιος Π. Στουπάθης μεγαλέμπορος, ( ; – 1911) υπήρξε μεγάλος δωρητής για τη Ζάκυνθο. Μεταξύ των δωρεών που πραγματοποίησε εν ζωή, συγκαταλέγονται η δωρεά χρηματικού ποσού 6 χιλιάδων δραχμών υπέρ του Λοιμοκαθαρτηρίου, η συντήρηση του Λιμενοβραχίονα στον Άγιο Νικόλαο του Μώλου, που είχε καταστραφεί στους σεισμούς του 1897, και προικοδοτήσεις απόρων κοριτσιών.
Όταν πέθανε η αδελφή του Ελένη, παρήγγειλε στον γλύπτη Ιωάννη Βιτσάρη (1834 – 1892), την φιλοτέχνηση του τάφου της, καταβάλλοντας το ποσόν των 2.500 χρυσών λιρών. Ο Βιτσάρης, τοποθέτησε πάνω στον τάφο της ένα από τα ωραιότερα έργα του, τον “ Άγγελο” ή το “Πνεύμα της Θλίψης”. Ο νομάρχης Ανδρέας Ιωάννου, αξιοποιώντας το οικόπεδο, που ανήκε στο Δήμο Ζακύνθου και στο οποίο βρισκόταν προσεισμικά το σπίτι του Φώσκολου, το διαμόρφωσε σε κενοτάφιο και δραστηριοποιώντας αρκετούς Ζακυνθινούς, κατόρθωσε να πείσουν τον τελευταίο γόνο της οικογένειας Στουπάθη, τον Παναγιώτη, να προσφέρει τον “Θρηνούντα Άγγελον”, προκειμένου να τοποθετηθεί στο χώρο, συνεχίζοντας τις δωρεές του πατέρα του. Η μόνη αποζημίωση, που του κατεβλήθη, ήταν το ποσόν των 50.000 δραχμών, που δόθηκαν από το Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων, ενώ ανελήφθη και η υποχρέωση αποκατάστασης του τάφου της Ελένης Στουπάθη, μετά την απομάκρυνση του “Αγγέλου”. Το έργο φιλοτεχνήθηκε κατά την ώριμη εποχή του γλύπτη και θεωρείται ως ένα από τα καλύτερά του.